Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011

ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟ;
Από τον Γιώργο Κ.Καββαδία, εκπαιδευτικό -ερευνητή. http://gkavadias.blogspot.com

Τους ύπατους εγώ ανέδειξα στις συνελεύσεις
κι αυτοί κληρονομήσανε τα δικαιώματα
Φόρεσαν πορφυρούν ατίθασον ένδυμα
Σανδάλια μεταξωτά ή πανοπλία
εξακοντίζουν τα βέλη τους εναντίον μου-
η θέλησή μου που καταπατήθηκε
τόσους αιώνες.
Μ. Κατσαρός, κατά σαδδουκαίων.

Οι επικρίσεις για τους συνδικαλιστές δεν έλειψαν από τότε που γεννήθηκαν οι συνδικαλιστικοί αγώνες και διεκδικήσεις ως αποτέλεσμα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Καταγγελίες εκτοξεύονται από την πολιτική εξουσία, αλλά και από καθοδηγητές της «κοινής γνώμης» που προσπαθούν να πείσουν για τον μονόδρομο της κυβερνητικής πολιτικής. Οι παρερμηνείες και η ισοπεδωτική κριτική ευνοούν την απαξίωση του συνδικαλισμού σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από την ένταση των κοινωνικών αγώνων. Από το συνδικαλισμό - «βάθρο της δημοκρατίας» στο ανάθεμα του συνδικαλισμού.
Είναι αλήθεια ότι η πολιτική εξουσία θεσμικά και πολιτικά εξέθρεψε το τέρας του γραφειοκρατικού, κυβερνητικού και κομματικού συνδικαλισμού. Δημιούργημά της είναι η συνδικαλιστική γραφειοκρατία,η ελίτ των συνδικαλιστών που διαμορφώνοντας πλεονεκτικότερες υλικές και κοινωνικές συνθήκες συγκριτικά με τους εργαζόμενους που εκπροσωπεί διαπλέκεται με την εργοδοσία και την κυβέρνηση απεμπολώντας τα συμφέροντα τους και στηρίζοντας τα συμφέροντα της εργοδοσίας και της κυβέρνησης. Ουκ ολίγα τα φαινόμενα διαφθοράς συνδικαλιστών που πλουτίζουν και εξαργυρώνουν τη συνδικαλιστική τους δράση ενισχύοντας τη θέση τους στην κομματική και κυβερνητική ιεραρχία.
«Πρέπει όλοι οι εργάτες να ΄χουν ένα νου και μια καρδιά μονάχα».
Κ. Μαρξ.
Ωστόσο, η συνδικαλιστική οργάνωση και αγώνες είναι αναγκαίοι, γιατί η
αντίσταση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα έχει ιστορική σημασία. Η ανασυγκρότηση του εργατικού και λαϊκού κινήματος αποτελεί προϋπόθεση για την σωτηρία του λαού. Σήμερα, για να είναι χρήσιμο το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να συγκρουστεί αποφασιστικά με τις κυρίαρχες πολιτικές, να ενώνει τους
εργαζόμενους ξεπερνώντας τόσο μικροπαραταξιακές λογικές και κομματικές περιχαρακώσεις, όσο και τις κυβερνητικές προσπάθειες διαίρεσης του κόσμου της δουλειάς. Παράλληλα οι χωριστές συγκεντρώσεις, η διάσπαση των σωματείων μπορεί να εξυπηρετούν κομματικές γραμμές και εν τέλει την κυβερνητική πολιτική, παρά την φραστική καταδίκη της, αλλά όχι τους εργαζόμενους.
Η λογική που θέλει το συνδικάτο να λειτουργεί ως κομματικό παράρτημα είναι επιζήμια και αδιέξοδη. «Το αληθινό αποτέλεσμα της νίκης δεν είναι η άμεση επιτυχία, αλλά η διαρκώς μεγαλύτερη ενότητα των εργατών» (Κ. Μαρξ –Φρ. Ένγκελς, Κομμουνιστικό Μανιφέστο). Γι αυτό «οι επαναστάτες μαρξιστές είναι εξ ορισμού αντίθετοι στην διάσπαση των συνδικάτων, όσο η πλειοψηφία των οπαδών ή η οππορτουνιστική ηγεσία τους δίνουν έναν λιγότερο επαναστατικό προσανατολισμό. Επιπλέον, εργάζονται για την ενοποίηση των συνδικαλιστικών οργανώσεων, όταν έχουν διχαστεί και προσπαθούν να έχουν σε κάθε χώρα –αν όχι σε όλες-ένα κεντρικό συνδικαλιστικό όργανο» (Μαρξ –Ένκελς, για τον συνδικαλισμό, θεωρία, οργάνωση, δράση. Εκδ. Αναγνωστίδη). Ένα συνδικάτο, ενιαίος παρατεταμένος αγώνας και δυνάμωμα της ριζοσπαστικής αριστεράς. Αυτή είναι η σημαία που πρέπει να υψώσει το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα. Επιπλέον οφείλει να ακούει τη θέληση της βάσης του, να ξεκόψει από πρακτικές επαγγελματικού και καριερίστικου συνδικαλισμού, να συμβάλει στην αναζήτηση συνολικών φιλεργατικών λύσεων.

«Το ζήτημα πια έχει τεθεί:
Ή θα εξακολουθούμε να γονατίζουμε…
ή θα σηκώσουμε άλλον πύργο ατίθασο
απέναντί τους».
Μ. Κατσαρός, ο.π.
Βασική προϋπόθεση να αλλάξει προσανατολισμό το συνδικαλιστικό κίνημα. Πολιτικός και αγωνιστικός συντονισμός για ένα μέτωπο λαϊκής αντίστασης κόντρα στην αντίληψη του «διαίρει και βασίλευε»και του συντεχνιασμού, με τον έναν εργαζόμενο ενάντια στον άλλο. Μαζικοποίηση και ζωντάνεμα των σωματείων με
διαδικασίες συμμετοχής των εργαζομένων. Κόντρα σε συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες,υπάρχουν δυνάμεις που μπορούν να συμβάλουν ώστε τα συνδικάτα να αποτελέσουν συλλογικά μέσα πάλης και μαζικής αντίστασης στην πολιτική της κυβέρνησης. «Σ’ αυτές τις περιόδους αυτή η μάζα είναι ο χορός που ενεργεί και ο ρόλος που παίζουν οι ηγεσίες θα είναι ο ρόλος φερέφωνων της θέλησης των μαζών». ( Ρόζα Λούξεμπουργκ, Μαζική απεργία, Κόμμα, Συνδικάτα, Εκδ. Κορόντζη). Και παρά τις γκρίνιες, εδώ και ενάμιση χρόνο περίπου, ο ταξικός αγώνας έχει αναζωογονηθεί και ένα μαζικό εξωκοινοβουλευτικό ρεύμα αντίστασηςκαι πάλης αντιπαρατίθεται στην κυβερνητική πολιτική, στην πολιτική της εξάρτησης, στην Ε.Ε. και το Δ.Ν.Τ. ασκώντας μεγάλη επίδραση στις πολιτικές εξελίξεις, ορθώνοντας φράγματα στην πολιτική των μνημονίων. Κόντρα στην εμμονή της επίσημης αρστεράς στον κοινοβουλευτισμό και την επαιτεία των εκλογών που μόνο εκτονωτικά ως προς τους κοινωνικούς αγώνες μπορούν να λειτουργήσουν.

Ασφαλώς και ο συνδικαλισμός δεν μπορεί να υποκαταστήσει την πολιτική.
Οι συνδικαλιστικοί και κοινωνικοί αγώνες δεν μπορούν παρά να είναι
πολιτικοποιημένοι στην κατεύθυνση ότι οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να πληρώσουν
την κρίση που προκάλεσε η ολιγαρχία και το πολιτικό της προσωπικό. Να
εναντιώνονται στους σχεδιασμούς των δανειστών, της κυβέρνησης, της Ε.Ε.
και του Δ.Ν.Τ. να χειριστούν το χρέος με«επιμηκύνσεις» και «αναδιαρθρώσεις» και την επιβολή ενός «αέναου» Μνημόνιου που θα οδηγεί στη διαχρονική μείωση μισθών και συντάξεων, στη φτώχεια, την ανεργία, την κατάρρευση και πλήρη εμπορευματοποίηση των δημόσιων κοινωνικών αγαθών της παιδείας και της υγείας, στην πώληση της δημόσιας περιουσίας, στην πρόκληση εν τέλει μιας τεράστιας κοινωνικής καταστροφής.

Να υπερασπίζονται την εθνική ανεξαρτησία, τη δημοκρατία τα δικαιώματα στη μόνιμη και αξιοπρεπή εργασία και μόρφωση προβάλλοντας το όραμα για μια ανθρωποκεντρική κοινωνία, χωρίς διακρίσεις.
Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ
Από τον Γιώργο Κ. Καββαδία, εκπαιδευτικό –ερευνητή. http://gkavadias.blogspot.com

Παρά ήταν στραβό το κλήμα, αφού η Ελλάδα κατείχε σταθερά μια από τις τελευταίες θέσεις στον πίνακα της παγκόσμιας κατάταξης, όσον αφορά τις δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση, ήρθε και το Μνημόνιο που εφαρμόζεται από τη «τριμερή» κυβέρνηση με αποτέλεσμα την χρεοκοπία της δημόσιας εκπαίδευσης. Οι δαπάνες για την παιδεία ήταν ανέκαθεν «ο μεγάλος ασθενής» του κρατικού προϋπολογισμού.
Την τελευταία δεκαπενταετία (1995-2010), κυμαίνονται μεταξύ 3,14 και 3,61 % του ΑΕΠ, ενώ την δεκαετία 1984-1994 κυμάνθηκαν από το 3,52 ως το 4,22 % του ΑΕΠ. Πέρυσι στον προϋπολογισμό του 2011, σημειώθηκε μείωση – ρεκόρ και για πρώτη φορά το ποσοστὀ των δαπανών διαμορφώθηκε κάτω από το 3% του ΑΕΠ και συγκεκριμένα στο 2,96%. Ακόμα πιο δραματική είναι η φετινή μείωση των δαπανών στο 2,75% του ΑΕΠ (ή 3,39 % στις δαπάνες του τακτικού προύπολογισμού). Με τις ευλογίες της Ε..Ε. και του ΔΝΤ στόχος είναι να μειωθούν μέχρι το 2015 στο 2,23 %. Και ας προέβλεπαν, όχι μόνο οι εξαγγελίες της κυβέρνησης, αλλά και οι δεσμεύσεις απέναντι στην Ε.Ε., αύξηση μέχρι το 2013 στο 5% επί του ΑΕΠ, να πλησιάσει, δηλαδή, το μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε.

Τις δραματικές περικοπές βιώνουν εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές στην καθημερινότητα της λειτουργίας των σχολείων. Μειώθηκαν οι επιχορηγήσεις των σχολικών επιτροπών μέχρι και 60%, με αποτέλεσμα την πτώχευση του δημόσιου σχολείου και την αδυναμία του να ανταποκριθεί στις στοιχειώδεις ανάγκες. Οι γονείς καλούνται να συμβάλλουν οικονομικά στην αγορά καθημερινών ειδών πρώτης ανάγκης για τη λειτουργία του σχολείου την ώρα που το φαινόμενο του υποσιτισμού παίρνει εκρηκτικές διστάσεις και οι λιποθυμίες μαθητών στις σχολικές αίθουσες διαστάσεις επιδημίας. Συν τοις άλλοις όλα αυτά σημαίνουν οικονομική αφαίμαξη των οικογενειών και όξυνση των κοινωνικών και εκπαιδευτικών ανισοτήτων. Πιο απλά υψηλότερα εμπόδια για τα παιδιά από τις φτωχότερες τάξεις και στρώματα. Έτσι ανοίγονται οι δρόμοι της απο-μόρφωσης και της εγκατάλειψης του δημόσιου σχολείου.

Ο οικονομικός στραγγαλισμός αποκαλύπτει ότι η κυβέρνηση εκτελεί ένα συμβόλαιο θανάτου της δημόσιας εκπαίδευσης. Την προηγούμενη χρονιά καταργήθηκαν 1.933 σχολεία, καταργήθηκαν ή υποβαθμίστηκαν δομές «ενίσχυσης» των μαθητών, όπως η Πρόσθετη διδακτική στήριξη, η διδασκαλία ξένων γλωσσών, Σ.Ε.Π. κ.α. Τη διετία 2010 -2011 έγιναν 3.400 προσλήψεις, ενώ συνταξιοδοτήθηκαν πειθαναγκαστικά 17.500. Σύνολο εκπαιδευτικών 160.000 (περίπου 10% μείωση). Η νέα σχολική χρονιά ξεκίνησε χωρίς βιβλία. Μέχρι τα Χριστούγεννα δεν θα έχει ολοκληρωθεί η αποστολή τους. Η κυβέρνηση κατάργησε τον οργανισμό που τα εκδίδει. Οι οικονομικοί περιορισμοί δημιούργησαν αυτό το πρωτοφανές χάος και οι μαθητές διδάσκονται από φωτοτυπίες! Οι αποδοχές των εκπαιδεδυτικών ήταν πριν τις περικοπές οι μισές (50%) των ευρωπαίων συναδέλφων τους. Και οι περικοπές θα μειώσουν τους μισθούς τους μέχρι και 40%! Σύμφωνα με έκθεση που παρήγγειλε το Υπουργείο Παιδείας στον ΟΟΣΑ, για όλα τα δεινά της εκπαίδευσης στην Ελλάδα ευθύνονται οι εκπαιδευτικοί και όχι οι εφαρμοζόμενες πολιτικές εδώ και πολλά χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό πως στην έκθεση του ΟΟΣΑ προβάλλεται ως πρώτο μέτρο η αύξηση του εργασιακού φόρτου των εκπαιδευτικών μέσω και της αύξησης του ωραρίου των εκπαιδευτικών. Να σημειώσουμε πως οι Έλληνες εκπαιδευτικοί διδάσκουν ακριβώς τόσες ώρες όσος είναι και ο Ευρωπαϊκός μ.ο. (18,4 ώρες/βδομάδα, στοιχεία δικτύου Ευρυδίκη).


Την ίδια ώρα η διασπάθιση του δημοσίου χρήματος παίρνει διαστάσεις σκανδάλου. Ο προϋπολογισμός του 2012 προβλέπει αύξηση κατά 16,4% (100 εκατ. Ευρώ) για το NATO, κατά 67% (1 δισ.) για εξοπλιστικά προγράμματα και 4,4% (2,2) για το υπουργείο "προστασίας" του πολίτη. Αλλά και στην εκπαίδευση εκατομμύρια σκορπά το Υπουργείο Παιδείας σε ημετέρους για προγράμματα πρόχειρης και … γρήγορης επιμόρφωσης. Χαρακτηριστικό είναι ότι η κυβέρνηση δίνει 1.648.827 ευρώ ως μέρος της τακτικής συνεισφοράς της Ελλάδας στο Διεθνή Οργανισμό Γαλλοφωνίας, τη στιγμή που η γαλλική γλώσσα μπαίνει στο περιθώριο στα ελληνικά σχολεία!
Η υποχρηματοδότηση και η αποκέντρωση της εξεύρεσης πόρων είναι οι θεραπαινίδες του οράματος του «νέου σχολείου» και προδιαγράφουν με ακρίβεια την ταξική του κατεύθυνση. Η πολιτική «αποσύρεται το κράτος – να αναλάβουν οι γονείς, οι τοπικές κοινωνίες (ιδιώτες, εταιρίες) και οι εκπαιδευτικοί» στο όνομα της «αποκέντρωσης» και του Καλλικράτη εφαρμόζεται από την κυβέρνηση. Με τη λογική του «λιγότερου κόστους» και στο βωμό της αγοράς μετατρέπεται η εκπαίδευση σε εμπόρευμα και οι γονείς και μαθητές σε πελάτες ιδιωτών. Το σχολείο συνθλίβεται στην μέγγενη των αγορών με τους Δήμους να εκλιπαρούν για χορηγούς. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι κάτω από το βάρος των δυσβάστακτων λειτουργικών εξόδων πολλά σχολεία θα αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο του αφανισμού. Oι αναδιαρθρώσεις στην εκπαίδευση σκοπεύουν στη δημιουργία ενός σχολείου ελάχιστου κόστους και υψηλού κέρδους. Tο φτηνό σχολείο είναι αποτέλεσμα της υποχρηματοδότησης της εκπαίδευσης και συνδέεται με την αγοραία λογική της συρρίκνωσης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης.
Δεν είναι τυχαίο ότι το θεσμικό πλαίσιο που προωθεί το Υπουργείο Παιδείας μετατρέπει τους διευθυντές των σχολείων σε μάνατζερ που θα ελέγχουν και θα καθορίζουν σχεδόν τα πάντα μέσω της αξιολόγησης. Επιδιώκει να καταργήσει τη συλλογικότητα και το δημοκρατικό τρόπο λήψης των αποφάσεων στους συλλόγους διδασκόντων, να περιορίσει τις αρμοδιότητες του συλλόγου διδασκόντων.