Τετάρτη 17 Μαρτίου 2010

ΓΙΑ ΠΟΙΑ ΠΑΙΔΕΙΑ;
Το «νέο σχολείο» της αγοράς.
Από τον Γιώργο Κ. Καββαδία, εκπαιδευτικό - ερευνητή, http://gkavadias.blogspot.com

Οι πρόσφατες εξαγγελίες για το «νέο σχολείο» σηματοδοτούν ένα νέο κύκλο αλλαγών και αλυσιδωτών εκρήξεων στην εκπαίδευση. Εκφράζουν μια μορφή εκπαίδευσης συνδεόμενη όλο και πιο στενά με τις ανάγκες της αγοράς. Με λαϊκιστικά συνθήματα τύπου «πρώτα ο μαθητής» υπονομεύουν τη δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση, ένα από τα τελευταία απομεινάρια του κατεδαφισμένου «κράτους – πρόνοιας».
Η γενική – ανθρωπιστική εκπαίδευση και ως έννοια χρησιμοποιείται όλο και λιγότερο και ανασημασιοδοτείται, ώστε μαζί με την κατάρτιση να αποτελούν εργαλεία στην υπηρεσία της οικονομίας. Οι επίσημες διακηρύξεις αναφέρονται στη «βελτίωση των ικανοτήτων για τον 21ο αιώνα», για ένα «εκπαιδευτικό σύστημα ανταγωνιστικό στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης… ». Το σχολείο και οι σχολές προορίζονται να τροφοδοτούν την αγορά με εξειδικευμένο προσωπικό το οποίο, κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του ζωής, θα μπορεί να επανακαταρίζεται διαδοχικά σε δεξιότητες που, κατά περίπτωση, θα επιζητούν οι επιχειρήσεις. Οι δεξιότητες που προσφέρει μια κατάρτιση δίχως ενιαία και ολόπλευρη μόρφωση, απαξιώνονται γρήγορα, από την εξέλιξη και μόνο της τεχνολογίας. Έτσι η περιβόητη «δια βίου εκπαίδευση» ξεπέφτει σε μια εργαλειακή ειδίκευση και κατάρτιση. Η εύηχη προοπτική της «δια βίου εκπαίδευσης» είναι συμπληρωματική της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και της κυρίαρχης τάσης να καταργηθεί κάθε έννοια εργασιακού δικαιώματος.
« Η βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης» εξαγγέλλεται ως ένας βασικός στόχος του «νέου σχολείου». Σ’ αυτή την κατεύθυνση θα λειτουργεί και η αξιολόγηση με βάση τις αρχές και τους στόχους του «νέου σχολείου»: «Γνώση που δεν πουλάει δεν είναι γνώση. Ικανότητες που δεν εμπορευματοποιούνται δεν είναι ικανότητες». Με άλλα λόγια η «ποιότητα» ισοδυναμεί με «γνώσεις» και δεξιότητες που απαιτεί η αγορά, η οποία στο «αποκεντρωμένο» σχολείο εμπλέκεται άμεσα στη διαμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων, στον εκσυγχρονισμό των μέσων διδασκαλίας και στην αξιολόγηση σχολείων και εκπαιδευτικών.
Επιδιώκεται έτσι να διαμορφωθεί ένας τύπος ανθρώπου και, κυρίως, εργαζομένου που πρέπει να είναι ευέλικτος και προσαρμόσιμος στις αλλαγές στην αγορά εργασίας και κυρίως παραγωγικός και πειθήνιος. Το «νέο σχολείο» προκρίνει στη θέση της μόρφωσης και της ολοκληρωμένης γνώσης την εκμάθηση δεξιοτήτων, τη συσσώρευση πληροφοριών και ασπόνδυλες γνώσεις.
Όσο για τις μεγαλόστομες εξαγγελίες για την εισαγωγή των Νέων Τεχνολογιών (διαδραστικοί πίνακες, υπολογιστής σε κάθε θρανίο, ηλεκτρονικό βιβλίο κ.α.), μοιάζουν τουλάχιστον υποκριτικές και χλευάζονται από την σκληρή πραγματικότητα, αφού η λιτότητα και οι περικοπές (10% στις πιστώσεις του προϋπολογισμού ή κατά 781 εκ. ευρώ) στην εκπαίδευση αναπαράγουν τα χρόνια προβλήματα: παμπάλαια κτίρια, χωρίς υποδομές, εργαστήρια και χώρους άθλησης, με 30 μαθητές ανά τμήμα, με δραματική μείωση διορισμών, με κακοπληρωμένους, χωρίς επιμόρφωση και απαξιωμένους από την εξουσία εκπαιδευτικούς.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε είναι αναγκαία η ορθολογική οργάνωση της εκπαίδευσης με βάση τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες, μα και τις ανάγκες των νέων. Γι’ αυτό και το σχολείο οφείλει να γνωρίσει σε όλους τους μαθητές τα βασικά στοιχεία όλων των εφαρμοσμένων και ανθρωπιστικών επιστημών, αλλά και τα βασικά στοιχεία της βιομηχανικής, αγροτικής παραγωγής και της αναπτυσσόμενης τεχνολογίας. Μόνο αυτή η ενιαία και ολόπλευρη μόρφωση μπορεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες μιας ανάπτυξης σε όφελος των ανθρώπων και όχι των κερδών.
«ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΕΙΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ»
Στο όνομα του νέου πατριωτισμού που χαλκεύει νέα δεσμά εξάρτησης

Από τον Γιώργο Κ. Καββαδία, εκπαιδευτικό – ερευνητή.

Το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ) της κυβέρνησης και τα καθημερινά «έκτακτα μέτρα» είναι συνταγές που υποδεικνύουν εδώ και δεκαετίες η Ευρωπαϊκή Ένωση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Και βέβαια δεν πρόκειται για ένα «πακέτο» οικονομικών μέτρων που δήθεν θα μας βγάλουν από την «εθνική χρεοκοπία», αλλά περιλαμβάνουν ποικίλες «μεταρρυθμιστικές ενέργειες». Η «δημοσιονομική κρίση» αποτελεί μια ευκαιρία για να κατεδαφιστούν δικαιώματα και κατακτήσεις των εργαζομένων από τον προηγούμενο αιώνα.
Δοκιμασμένες συνταγές πασπαλισμένες με μπόλικο «νέο πατριωτισμό» επιστρατεύονται για να δημιουργηθούν ευνοϊκότερες συνθήκες κερδοφορίας του κεφαλαίου. Από τη δεκαετία του ΄80 ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προωθούσε τη σαρωτική «μεταρρύθμιση» των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Άλλωστε από το 1992 η Ευρωπαϊκή Ένωση με τη συνθήκη του Μάαστριχτ είχε στόχο τους μισθούς, το οκτάωρο, τις συντάξεις και εν γένει τα δικαιώματα στη μόνιμη εργασία.
Αυτό σημαίνει ότι το ΠΣΑ δεν έχει προσωρινό χαρακτήρα. Πρόκειται για αλυσίδα μέτρων που θα επαναλαμβάνεται τα επόμενα χρόνια κάτω από την κηδεμονία της Ε.Ε. και του Δ.Ν.Τ. Γι’ αυτό το πρόβλημα της εξάρτησης και της εθνικής κυριαρχίας που «θυμήθηκε» μόλις τώρα η κυβέρνηση δεν είναι απόρροια της οικονομικής κρίσης, αλλά βασικό αίτιό της και αποτέλεσμα της ένταξης σε ΝΑΤΟ και Ε.Ε.
Η φιλολογία περί χρεοκοπίας με την τρομοκρατία των αριθμών δεν μπορεί να αντικρούσει ότι ακόμα και οι πιο ανεπτυγμένες χώρες βρίσκονται σε πολύ χειρότερη κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι το συνολικό χρέος της Ελλάδας που ανέρχεται σε 179% του ΑΕΠ είναι περίπου ίσο με τον μέσο όρο της Ε.Ε. που είναι 175%. Το δημοσιονομικό έλλειμμα είναι υπαρκτό και σοβαρό πρόβλημα, αλλά αποτέλεσμα της κυρίαρχης πολιτικής και χρησιμοποιείται ως μέσο βίαιης αναδιανομής του εισοδήματος υπέρ των ισχυρών.
Αυτοί που ευθύνονται για την κρίση όχι μόνο δε θα πληρώσουν, αλλά βγαίνουν και κερδισμένοι. Καθημερινά οι εργαζόμενοι παράγουν πλούτο. Από το 1990 μέχρι το 2007 το ΑΕΠ της χώρας από 38 δις ευρώ ανήλθε στα 208 δις ευρώ. Αυξήθηκε δηλαδή κατά 5,5 φορές. Στο ίδιο διάστημα τα κέρδη των επιχειρήσεων από 575 εκατομμύρια ευρώ εκτοξεύτηκαν στα 16δις . Αυξήθηκαν κατά 28 φορές. (ICAP). Σύμφωνα με την Ένωση Τραπεζών την τετραετία 20004 – 2008 οι τέσσερις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες πέτυχαν αθροιστικά αύξηση κερδών κατά 138.69%, ενώ οι φόροι τους μειώθηκαν κατά 37,05 %. Είναι χαρακτηριστικό ότι η φορολογική επιβάρυνση για τους εργαζόμενους ανέρχεται στο 35,5%, ενώ για τις επιχειρήσεις στο 15,9%, όταν στην Ε.Ε. – 25, είναι 33%!
Ουκ ολίγα στοιχεία αποδεικνύουν την αλήθεια της ρήσης του πρωθυπουργού που προεκλογικά τόνιζε: « Λεφτά υπάρχουν, μόνο που η κυβέρνηση τα πηγαίνει κάπου αλλού».
Την ίδια ώρα που οι εργαζόμενοι καλούνται να πληρώσουν την κρίση έχουν από τις χαμηλότερες αποδοχές στην Ε.Ε. εργαζόμενος στην Ελλάδα έχει μεικτές ετήσιες αποδοχές 19.702 ευρώ έναντι 36.387 που λαμβάνουν οι Ιρλανδοί ή 24.188 οι Ιταλοί . Στην Ελλάδα το 1/3 των Ελλήνων ζουν με λιγότερα από 470 ευρώ μηνιαίως, ενώ το 20% των παιδιών ζουν επίσης κάτω από τα όρια της φτώχειας. Πέρα από τους αριθμούς και την έκρηξη των κοινωνικών ανισοτήτων η κρίση εγκυμονεί κινδύνους, αλλά αποτελεί και μια ευκαιρία αντίστασης και ανατροπής της κυρίαρχης πολιτικής που θέτει τα κέρδη πάνω από τους ανθρώπους.

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2010

16/2/2010


Κίνδυνοι για τη δωρεάν Παιδεία


Από τον Γιώργο Κ. Καββαδία, Εκπαιδευτικό - ερευνητή

Η «αποκέντρωση» στην εκπαίδευση ως συνέχεια της διοικητικής μεταρρύθμισης με βάση το πρόγραμμα «Καλλικράτης» προβάλλεται ως πανάκεια για το «συγκεντρωτικό, άκαμπτο και γραφειοκρατικό χαρακτήρα» του εκπαιδευτικού συστήματος. Από τη δεκαετία του 1990 η κυρίαρχη πολιτική επιδιώκει την ευθυγράμμιση της εκπαίδευσης στα δεδομένα της ΕΕ. Στόχος η διαμόρφωση του ευέλικτου, «αποκεντρωμένου» σχολείου της αγοράς, που οικοδομείται πάνω στα ερείπια του σημερινού δημόσιου σχολείου.

Βασικά στοιχεία αυτής της νεοφιλελεύθερης πρότασης είναι:

α) η επιλογή σχολείου από τους γονείς,

β) ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα σχολεία για να εξασφαλίσουν μαθητές και χρηματοδότηση,

γ) το άνοιγμα του σχολείου στις επιχειρήσεις και την αγορά εργασίας, ώστε τόσο τα αναλυτικά προγράμματα όσο και η εργασία των εκπαιδευτικών να μην έχουν ως σκοπό να καλλιεργήσουν οι μαθητές κριτική σκέψη, αλλά να «πατρονάρονται» από δεξιότητες άμεσα χρηστικές στην αγορά εργασίας,

δ) αξιολόγηση των σχολείων με βάση την επίδοση των μαθητών σε περιφερειακές εξετάσεις.

Με όχημα την «αποκέντρωση» ξεκίνησε επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ το πέρασμα της εκπαίδευσης στους δήμους. Το πρώτο βήμα ήταν η παράδοση των παιδικών σταθμών στους ιδιώτες. Υπολογίζεται ότι πάνω από το 40% των γονιών καταφεύγουν σε ιδιωτικούς παιδικούς σταθμούς ή σε άλλες λύσεις, με αποτέλεσμα την οικονομική τους αφαίμαξη. Οι περισσότεροι δήμοι επιβάρυναν τους εργαζομένους με τη χρηματοδότηση των παιδικών σταθμών, με αυξήσεις στα δίδακτρα ή τροφεία και άλλες έκτακτες εισφορές. Στόχος είναι η καθήλωση των κρατικών δαπανών για την εκπαίδευση και η μετάθεση του κόστους λειτουργίας των σχολικών μονάδων στους δήμους και ουσιαστικά στους εργαζόμενους, με την επιβολή τοπικής φορολογίας. Αν δεν μπορούν να ανταποκριθούν, τότε τα σχολεία θα υπολειτουργούν ή θα αναγκαστούν να δεχτούν τις «ευεργεσίες» των «χορηγών». Μακροπρόθεσμα τ' αποτελέσματα θα είναι ο μαρασμός και το κλείσιμο πολλών σχολείων, κυρίως των αγροτικών περιοχών, αφού οι μικρότεροι δήμοι δεν θα μπορούν ν' αντεπεξέλθουν στα έξοδα λειτουργίας τους, την ώρα που οι ποικιλώνυμοι «τοπικοί παράγοντες» θα ενδιαφέρονται για τη βιτρίνα τους, τα «καλά» σχολεία της περιοχής. Ανάλογα προβλήματα θ' αντιμετωπίσουν και πολλά σχολεία των αστικών κέντρων, ιδιαίτερα των υποβαθμισμένων περιοχών.

Πάνω στα ερείπια του ενιαίου δημόσιου σχολείου οικοδομείται η διαφοροποίηση κάθε σχολείου και ουσιαστικά ο ταξικός διαχωρισμός τους. Με «δούρειο ίππο» την Ευέλικτη Ζώνη για το Δημοτικό Σχολείο και τις Ελεύθερες Ζώνες στο Γυμνάσιο, δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις και στους δήμους να διαμορφώνουν μέχρι και το 15% του προγράμματος σε κάθε σχολείο. Με τον νόμο για τις κακόφημες ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου - Ιδιωτικού Τομέα) δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να εισβάλουν στη λειτουργία των σχολείων. Γι' αυτό και η υπεράσπιση της Δημόσιας Δωρεάν Ενιαίας εκπαίδευσης, ώστε να αγκαλιάζει όλα τα παιδιά χωρίς φραγμούς και διακρίσεις, είναι επιτακτική ανάγκη, περισσότερο από ποτέ άλλοτε.

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

ΣΤΟΝ …ΚΑΙΑΔΑ ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ 1 ΣΤΟΥΣ 4 ΝΕΟΥΣ

Πτυχιούχοι με μισθούς πείνας

Από τον Γιώργο Κ. Καββαδία, εκπαιδευτικό – ερευνητή.

Η περιβόητη οικονομική κρίση κρέμεται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα κεφάλια των εργαζομένων, εξολοθρεύοντας καθημερινά χιλιάδες θέσεις εργασίας. Ο εφιάλτης της ανεργίας είναι εδώ και απειλητικός, όσο ποτέ άλλοτε, ειδικότερα για τους νέους. Οι καθημερινές πληροφορίες και τα ρεπορτάζ των Μ.Μ.Ε. διαμορφώνουν ένα γκρίζο τοπίο όσον αφορά την ένταξη των νέων στην αγορά εργασίας. Στην Ελλάδα το συνολικό ποσοστό ανεργίας ανήλθε στο 9,1. Ωστόσο, στην πραγματική ανεργία πρέπει να προσθέσουμε ένα ποσοστό 6% (1% ωριαία απασχόληση, 2% stages, 3% λανθάνουσα ανεργία) με αποτέλεσμα η πραγματική ανεργία να είναι 15,5%. Από τα πιο επίσημα χείλη, από τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Α. Λοβέρδο ακούστηκε ότι η ανεργία το δίμηνο Οκτωβρίου – Νοεμβρίου υπερβαίνει το 18%, προσλαμβάνοντας «καλπάζουσα μορφή». Το 21% των ανδρών και το 44% των γυναικών στις παραγωγικές ηλικίες βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας.
Δραματική είναι η κατάσταση των νέων ανέργων και των πολλών προσόντων, για τη νέα γενιά, τη «γενιά ούτε – ούτε» (ούτε δουλειά – ούτε μέλλον) . Το ποσοστό των νέων στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα και ανέρχεται στο 25,7%. Την ίδια στιγμή το 29,2% των νέων μεταξύ 15 –24 ετών στην Ελλάδα εργάζεται σε θέση επισφαλούς εργασίας ή με συμβόλαιο προσωρινής απασχόλησης. Από πρόσφατη έρευνα της Eurostat προκύπτει ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου τα ποσοστά ανεργίας δε μειώνονται ανάλογα με την απόκτηση περισσοτέρων τυπικών προσόντων και, συνολικά, δε διαφοροποιούνται σημαντικά.
Τα παραπάνω αποτυπώνονται ακόμα και σε έκθεση της Διεθνούς Τράπεζας με τίτλο «Doing Βusiness 2008». Σύμφωνα με αυτή η χώρα μας κατατάσσεται στην 166η μεταξύ 177 χωρών με κριτήριο το πόσο εύκολη είναι η ανεύρεση εργασίας. Δεν είναι, βέβαια, το Πανεπιστήμιο ή γενικότερα η εκπαίδευση ο «μεγάλος ένοχος», γιατί δεν υπάρχει «εκπαιδευτική ανεργία». Η ανεργία είναι κοινωνικό πρόβλημα! Όσο κυριαρχούν οι πολιτικές που θεοποιούν την αγορά εντείνοντας τις κοινωνικές ανισότητες και συρρικνώνοντας το κράτος πρόνοιας, τόσο θα οξύνεται το πρόβλημα της ανεργίας. Η οικονομική κρίση χρησιμοποιείται σαν εφαλτήριο για παραπέρα αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις (εργασιακές σχέσεις, ιδιωτικοποιήσεις, κοινωνική ασφάλιση, κ.α.), για την απομύζηση της εργατικής δύναμης στο βωμό των υπερκερδών.
Τα παραπάνω στατιστικά στοιχεία της ντροπής χλευάζουν και αυτές ακόμα τις συνταγματικές ρυθμίσεις: « Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού» (άρθρο 22).
Γκρίζο είναι το τοπίο των οικονομικών απολαβών, ιδιαίτερα για τη νέα γενιά, τη γενιά των 700 ευρώ ή τη γενιά – καγκουρό, όπως αποκαλείται, αφού οι χαμηλές αποδοχές δεν επιτρέπουν να εγκαταλείψει έγκαιρα τον..μάρσιπο της οικογένειας. Η Ελλάδα έχει τη μεγαλύτερη ηλικία αναχώρησης από την οικογενειακή εστία σε όλη την Ευρώπη που είναι κατά μέσο όρο τα 27 χρόνια, σύμφωνα με στοιχεία της Εurostat. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της VPRC, το 25% των μισθωτών έχουν καθαρές αποδοχές έως 750 ευρώ – το 67% από αυτούς είναι νέοι 18-34 ετών. Κατά μέσο όρο μετά από τόσα χρόνια στα θρανία και αναμονής πριν από την ένταξη στην αγορά εργασίας μετά από 25 χρόνια ζωής ο μισθός δεν ξεπερνά τα 850 ευρώ το μήνα..
Αντίπαλον δέος σ’ αυτή την πολιτική δεν μπορεί παρά να είναι μια πολιτική τόνωσης της απασχόλησης και κατοχύρωσης των δικαιωμάτων της μόρφωσης και της εργασίας για όλους χωρίς φραγμούς και διακρίσεις.

«ΕΠΙΘΕΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ»

Από τον Γιώργο Κ. Καββαδία, εκπαιδευτικό – ερευνητή.

Το 2010 με βάση τις κυβερνητικές εξαγγελίες θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως χρονιά «επιθετικών μεταρρυθμίσεων». Όσοι αυτό το βλέπουν θετικά, ας κρατήσουν μικρό καλάθι, αφού η μανία όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών να βαπτίζουν την πολιτική τους ως «μεταρρυθμίσεις» με χίλια δυο επίθετα, όπως «διαρθρωτικές», «επιθετικές» και τόσα άλλα δε μας βγήκε σε καλό. Στην ουσία πρόκειται για ανατροπές κατακτήσεων και σάρωμα δικαιωμάτων των εργαζομένων προς όφελος των κοινωνικά δυνατών. Και παρά την εντεινόμενη τρομοκρατία περί ελλειμμάτων και οικονομικής κρίσης που στοχεύει να καμφθούν οι αντιστάσεις των εργαζομένων και να υποταχθούν στην πολιτική της κυβέρνησης ή καλύτερα των Βρυξελλών και των διεθνών οργανισμών, το πρόβλημα δεν είναι τωρινό.
Μετά την μεταπολίτευση, από το 1974, η πολιτική λιτότητας κυριαρχεί, με οριακές παρενθέσεις, είναι διαρκείας και χωρίς ημερομηνία λήξης. Συνδυάζεται ουσιαστικά με την αποδόμηση, το γκρέμισμα του «κράτους πρόνοιας», όπως οικοδομήθηκε στις δεκαετίες του ΄60 και του ΄70. Τότε που το κράτος αναγκάζεται να κατοχυρώσει μια σειρά δικαιώματα των εργαζομένων και είναι αποτέλεσμα των κοινωνικών αγώνων και της επίδρασης των ιδεών του σοσιαλισμού. Από τα μέσα της δεκαετίας του ΄80 αρχίζει η κρίση του «κράτους – πρόνοιας» και βασική αιτία είναι ότι θεωρείται για τις κυρίαρχες τάξεις πολύ δαπανηρό. Από τότε η επικρατούσα νέο- ή σοσιαλ- φιλελεύθερη πολιτική επιχειρεί να μειώσει το κόστος της εργατικής δύναμης μειώνοντας μισθούς και συντάξεις και περιορίζοντας τις κοινωνικές παροχές μέσω της περικοπής των δημοσίων, ιδιαιτέρως των κοινωνικών δαπανών.
Η πολυετής πολιτική λιτότητας σε όλη την Ευρώπη οδηγεί σε μια ασταμάτητη μεταφορά εισοδήματος από τους μισθωτούς προς τις κυρίαρχες τάξεις. Επίπτωση είναι η σαφής μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και το φάντασμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού είναι εδώ. Η κυρίαρχη ρητορική περί οικονομικής κρίσης δεν μπορεί να αποκρύψει το φάντασμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού που πλανάται ακόμα και πάνω και από τις ανεπτυγμένες χώρες. Στην Ευρώπη η φτώχεια έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις. Άλλωστε το 2010 έχει ανακηρυχτεί ευρωπαϊκό έτος κατά της φτώχειας: περίπου 80 εκατομμύρια άτομα –δηλ. το 16% του πληθυσμού της ΕΕ– ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας και συναντούν σοβαρά εμπόδια όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην εκπαίδευση, στη στέγαση, καθώς και στις κοινωνικές και χρηματοδοτικές υπηρεσίες. Στην Ελλάδα το 1/3 των Ελλήνων ζουν με λιγότερα από 470 ευρώ μηνιαίως, ενώ το 20% των παιδιών ζουν επίσης κάτω από τα όρια της φτώχειας. Το 60% των Ελλήνων ζουν με το φόβο ότι μία ημέρα μπορούν να ξυπνήσουν φτωχοί. Την ίδια ώρα το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών διευρύνθηκε. Την ίδια ώρα οι πλούσιοι πλουσιότεροι! 40% αυξήθηκαν τα προ φόρων κέρδη επιχειρήσεων και τραπεζών τη χρυσή πενταετία(2003 -2007) (Στοιχεία ICAP).
Τα κέρδη των επιχειρήσεων αυξήθηκαν το 2006 κατά 60% περίπου, με ρυθμό τετραπλάσιο απ’ αυτόν της αύξησης του τζίρου. Οι φτωχοί φτωχότεροι, γιατί σε συνθήκες κρίσης αυτοί θυσιάζονται για να φυσήξει ούρειος άνεμος προκειμένου να λειτουργήσει η αγορά με βάση τον νόμο του αλόγιστου και ανεξέλεγκτου πλουτισμού των λίγων. Παράλληλα η νεοφιλελεύθερη πολιτική οδηγεί στην διόγκωση των κοινωνικών ανισοτήτων, την αύξηση της φτώχειας, της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι η Ελλάδα βρίσκεται στις πρώτες θέσεις όσον αφορά την ανισότητα στην κατανομή εισοδήματος. Συγκεκριμένα ο δείκτης του εισοδήματος του20% των πλουσιότερων νοικοκυριών σε σύγκριση με το εισόδημα του 20% των φτωχότερων ανέρχεται σε 6,1 έναντι 4,7 που είναι ο μέσος όρος στην Ε.Ε. των «15».


Όχι μόνο σήμερα, αλλά με ιδιαίτερη ένταση την τελευταία δεκαετία η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού οδήγησε σε πολιτικές που χειροτέρεψαν τη θέση των εργαζομένων κάνοντας σκόνη και θρύψαλα δικαιώματα και κατακτήσεις. Παρά τις αντιθέσεις στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ισχυρών του κόσμου ( G 20),στο μόνο που ομοφωνούν είναι πώς να μετακυλήσουν τα βάρη της κρίσης «στα μόνιμα υποζύγια», στις πλάτες των λαϊκών τάξεων και στρωμάτων, με την εβδομάδα 3 – 4 ημερών και των 65 ωρών, την επέκταση της μερικής απασχόλησης, τις μειώσεις μισθών, τη συρρίκνωση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, των δαπανών για την υγεία, παιδεία, πρόνοια, με τις ιδιωτικοποιήσεις κ.λ.π.
Ταυτόχρονα οι σχεδιαζόμενες αλλαγές στο ασφαλιστικό δείχνουν το αποκρουστικό πρόσωπο της «μεταρρύθμισης». Δικαιώματα και κατακτήσεις γίνονται σκόνη και θρύψαλα. Η επιμονή των «σοφών» στα μέτρα σοκ που πρέπει να ληφθούν επιβεβαιώνουν τη διαπίστωση ότι ο ανεμοστρόβιλος της ριζικής αντιδραστικής τομής στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα θα περιλαμβάνει όχι απλά κάποιες διορθωτικές παρεμβάσεις αλλά την κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που συνάγ εται τη μετάβαση από το «κράτος πρόνοιας» στην «αγορά πρόνοιας».
Με βάση τις ντιρεκτίβες του ΔΝΤ θα προωθηθεί ακόμα μια «μεταρρύθμιση» του ασφαλιστικού. Αφού λεηλατήθηκαν η περιουσία και τα αποθεματικά των ταμείων με αποτέλεσμα το έλλειμμά τους να ξεπερνά τα 11δις ευρώ, έχουμε φτάσει στο σημείο το ασφαλιστικό σύστημα να μην μπορεί να δώσει αξιοπρεπείς συντάξεις και ποιοτικές υπηρεσίες. 7 στους 10 συνταξιούχους λαμβάνουν συντάξεις κάτω των 750 ευρώ, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι η χώρα μας έχει το υψηλότερο ποσοστό ιδιωτικών δαπανών υγείας που φτάνει το 57,1%.
Μετά από πέντε χρόνια «ήπιας προσαρμογής» επί κυβέρνησης της Ν.Δ. με το «Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάκαμψης (2008 – 2011), η κυβέρνηση του ΠΑ. ΣΟ. Κ. συνεχίζει με ένα ακόμα «Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης» μέχρι το 2013. Ουσιαστικά μισθοί, συντάξεις και άλλες κοινωνικές δαπάνες παραμένουν στο …τούνελ της λιτότητας, ενώ εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις θυσιάζονται στο βωμό των ελαστικών σχέσεων εργασίας και της αγοράς.

ΛΙΤΟΤΗΤΑ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Από τον Γιώργο Κ. Καββαδία, εκπαιδευτικό – ερευνητή.

«…σημαντικό είναι η αμοιβή του εκπαιδευτικού. Έχουμε δεσμευθεί για 5% και ένα δισεκατομμύριο την πρώτη χρονιά… αυτό το ένα δισεκατομμύριο ευρώ την πρώτη χρονιά έχουμε πει ότι αφορά τις τεχνολογικές υποδομές και τις αμοιβές των εκπαιδευτικών». Α. Διαμαντοπούλου 28- 6- 2009, 14ο συνέδριο Ο.Λ.Μ.Ε.

Η ατέρμονη υποσχεσιολογία ξεπερνά τα όρια του εμπαιγμού. Από τη δεκαετία του ’90 και τις διαβεβαιώσεις και των δύο κομμάτων εξουσίας ότι η παιδεία «είναι πρώτη προτεραιότητα» μέχρι την εξαγγελία για αύξηση των δαπανών στο 5% που σύμφωνα με τον πρωθυπουργό αποτελεί «απόλυτη δέσμευση», η αλήθεια είναι ότι ο προϋπολογισμός των δαπανών για την εκπαίδευση γράφεται με …μαύρο στυλό. Η λιτότητα διαρκείας που έχει επιβληθεί αποτελεί δείκτη της ελάχιστης σημασίας που δίνουν οι κυβερνήσεις για τη δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση.
Για μια ακόμα χρονιά οι κρατικές δαπάνες για την παιδεία δεν ξεπερνούν το 3,5% του ΑΕΠ με αποτέλεσμα η χώρα μας να είναι παραμένει τελευταία στην Ευρωπαϊκή Ένωσηςκαι προτελευταία στις 34 του ΟΟΣΑ στις εκπαιδευτικές δαπάνες, ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι στο 5%.
Όσο για το 1δις ευρώ που διατυμπανίζει η κυβέρνηση ότι δίνει επιπλέον, η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Πρώτον δε δίνεται για τους μισθούς των εκπαιδευτικών, αλλά ούτε και για τα σχολεία. Αφορά είτε δαπάνες που μεταφέρονται από τις μη πραγματοποιηθείσες του έτους 2009 είτε δαπάνες για τις νέες υπηρεσίες που εντάσσονται στο Υπουργείο Παιδείας.

Το χειρότερο είναι ότι και αυτά τα πενιχρά κονδύλια δε διατίθενται για να λυθούν τα σοβαρά προβλήματα. Τα όρια του σκανδάλου φτάνει η πρόσφατη απόφαση του Υπουργείου Παιδείας να προκηρύξει διαγωνισμό με αμοιβή 96.000 Ευρώ για να σχεδιαστεί το σύστημα επιλογής – διορισμών, μεταθέσεων κ.α. Είναι η πρώτη φορά που ο σχεδιασμός και η τεκμηρίωση νομοσχεδίων της εκπαίδευσης, αντί να ανατεθεί σε δημόσιους ερευνητικούς οργανισμούς ανατίθεται επί πληρωμή σε ομάδες έργου, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, χωρίς να αποκλείεται η συμμετοχή ιδιωτών. Το ρόλο του ατζέντη ιδιωτικών υπηρεσιών φαίνεται ότι επιλέγει η ηγεσία του Υπ. Παιδείας, όπως καταγγέλλει η Ο.Λ.Μ.Ε.

Επιπλέον στο κακόφημο «Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης» αναφέρεται ότι για το 2010 θα προσληφθούν "7 έως 8.000 λιγότεροι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί". Επειδή, όμως, οι αναπληρωτές καλύπτουν λειτουργικά κενά τα οποία ετησίως ανέρχονται σε περίπου 10 έως 11.000 είναι σαφές ότι το υπουργείο Παιδείας θα στείλει στα σχολεία στρατιές ωρομισθίων, εκπαιδευτικούς, δηλαδή, των 300 ευρώ μηνιαίως (αυτούς που η Υπουργός Παιδείας έλεγε προεκλογικά ότι θα καταργήσει). Επίσης ότι θα διοριστούν 3.000 μόνιμοι εκπαιδευτικοί. Ωστόσο ως γνωστόν η υποχρέωση του υπουργείου Παιδείας που απορρέει από το θεσμοθετημένο πλαίσιο είναι να διορίσει τη σχολική χρονιά 2010-2011 περίπου 6.000 δασκάλους και καθηγητές όσους πάνω κάτω διορίστηκαν και τη χρονιά 2009-2010. Όλα αυτά σημαίνουν μια πρωτοφανή τα επόμενα χρόνια μείωση των διορισμών και των προσλήψεων εκπαιδευτικών σε ποσοστό περίπου 50%!

Εύκολα καταλαβαίνει κανείς τις συνέπειες…

Ο ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ ΚΑΙ Η ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

Από τον Γιώργο Κ. Καββαδία εκπαιδευτικό – ερευνητή.

Από το σχέδιο «Προμηθεύς» του ΝΑΤΟ που οδήγησε στην επιβολή της χούντας στις 21 Απριλίου 1967 μέχρι το πρόσφατο πρόγραμμα «Καλλικράτης» για τη διοικητική δομή της χώρας, η εξουσία φροντίζει να ονοματοδοτεί από την αρχαία μυθολογία τα σχέδια και τις πολιτικές της για να παίρνουν την αίγλη τους. Ο «Καλλικράτης» με τις ωραιολογίες περί «αποκέντρωσης» στοχεύει στην απόκρυψη της πραγματικότητας και τη διαβουκόληση του λαού.
Η μεταφορά εξουσίας σε όργανα τοπικά ή περιφερειακά που παραμένουν, όμως, στην ιεραρχία των κεντρικών διοικήσεων δε δίνει τη δυνατότητα ελέγχου και συμμετοχής του λαού στην εξουσία. Από πού και ως πού η συνένωση 1.034 δήμων σε 370 δήμους – μαμούθ και η αντικατάσταση 13 κρατικών περιφερειών από 7 γενικές διοικήσεις προωθεί την αποκέντρωση; Είναι χαρακτηριστικό ότι αυξάνεται ο μέσος όρος κατοίκων ανά Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης από 10.200 που είναι σήμερα σε 20.000. Ουσιαστικά αναπαράγεται ένα αυταρχικό πρότυπο διοίκησης με προσωποπαγή που βασίζεται σε ένα καλπονοθευτικό εκλογικό σύστημα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των κομμάτων εξουσίας. Στην πραγματικότητα το πρόγραμμα «Καλλικράτης», όχι μόνο δεν προωθεί την αποκέντρωση και δε φέρνει το «τέλος του συγκεντρωτισμού», αλλά διαλύει πλήρως την «τοπική αυτοδιοίκηση» και ενισχύει την κρατική εξουσία..
Βέβαια και με τα μέχρι τώρα δεδομένα η Τ.Α. αποτελεί σχήμα οξύμωρο. Γιατί η κεντρική εξουσία επιβάλλει το πλαίσιο και τους όρους λειτουργίας με αποτέλεσμα η Τ.Α. να είναι το μακρύ της χέρι και να λειτουργεί μακριά από τον έλεγχο και τη συμμετοχή των πολιτών. Παρά τις διακηρύξεις για τους ισχυρούς και αποκεντρωμένους δήμους του «Καποδίστρια», οι δήμοι είναι πρωταθλητές στη διαφθορά, στα σκάνδαλα και την αυθαιρεσία σύμφωνα με τις καταγγελίες δημοτών στον Συνήγορο του πολίτη.
Σύμφωνα με τις πρωθυπουργικές δηλώσεις το σχέδιο «Καλλικράτης» αποτελεί «αναπόσπαστο μέρος του Προγράμματος Σταθερότητας Ανάπτυξης και Ανασυγκρότησης». Με άλλα λόγια από η κεντρική εξουσία επιδιώκει να μετακυλήσει το κόστος κοινωνικών υπηρεσιών, Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας στην Τ.Α. Καταργείται, έτσι, ο ενιαίος χαρακτήρας τους και προωθείται εντονότερα η εμπορευματοποίησή τους.
Όσο κι αν ακούγεται ως παράδοξο το σύγχρονο κράτος επιδιώκει να γίνει πιο συγκεντρωτικό μέσα από την «αποκέντρωσή» του. Οι δήμοι επιβάλλουν φόρους, αυξάνουν τα τέλη, για την «ενίσχυση της αποδοτικότητας των τοπικών εσόδων», σύμφωνα με το επίσημο κείμενο, και διαπλέκονται με το ιδιωτικό κεφάλαιο. Άλλωστε είναι γνωστό ότι ούτε οι θεσμοθετημένοι πόροι αποδίδονται. Ολοένα και περισσότεροι δήμοι είναι καταχρεωμένοι και εκχωρούν όλο και πιο πολλές λειτουργίες τους σε επιχειρηματίες. Κυρίως με την ανάληψη έργων σε τοπικό επίπεδο με τις Συμπράξεις Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) δημιουργούνται ευνοϊκές συνθήκες για αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Όσο υποτάσσονται οι δήμοι στο ιδιωτικό κεφάλαιο και αποστασιοποιούνται οι δημότες, τόσο απονεκρώνονται οι όποιες δημοκρατικές διαδικασίες.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε είναι ανάγκη να υπερβούμε την μυθολογία του «Καλλικράτη» και να ανοίξουμε τη συζήτηση για τους όρους μιας τοπικής αυτοδιοίκησης που να βασίζεται στις αρχές της άμεσης δημοκρατίας, της λαϊκής συμμετοχής και ελέγχου.