ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑΣ
Από τον Γιώργο Κ. Καββαδία, εκπαιδευτικό – ερευνητή.
Εν χορδαίς και οργάνω από τις πρώτες μέρες της νέας διακυβέρνησης έγινε η εξαγγελία για διαδικτυακή εκδήλωση ενδιαφέροντος για τους γραμματείς των υπουργείων, αλλά και για άλλες θέσεις στα υπουργεία και τους άλλους τομείς της Δημόσιας Διοίκησης. Μόνο για τις 88 θέσεις γραμματέων υποβλήθηκαν περίπου 23.500 βιογραφικά. Και μόνο η μεγάλη συμμετοχή δείχνει ότι επικοινωνιακά η υπόσχεση « απόλυτης και μόνιμης αξιοκρατίας μέσα και έξω από το Δημόσιο» (Γ. Ραγκούσης, Υπ. Εσωτερικών) βρήκε ανταπόκριση.
Πόσο, όμως, αξιοκρατική μπορεί να είναι μια διαδικασία στην οποία δεν έχουν προσδιοριστεί από την αρχή και με σαφήνεια τα προσόντα, τα κριτήρια, ο τρόπος και οι φορείς που θα αποφασίσουν για τους «άξιους»; Η αλήθεια είναι ότι μια κλειστή τριμελής επιτροπή, «η τρόικα του Μαξίμου» επιλέγει τους γραμματείς.
Πέρα από τις ωραίες λέξεις, εκείνο που προβληματίζει είναι ότι επιλέγεται ένα άλλο μοντέλο διακυβέρνησης στο οποίο το κόμμα περιθωριοποιείται, ενώ όλη η εξουσία ασκείται από το σκληρό πυρήνα που είναι ο κύκλος των «φίλων» του πρωθυπουργού. Αυτό το μεταμοντέρνο σύστημα διακυβέρνησης δε χρειάζεται στελέχη με πολιτική άποψη, με οσμή από τις κοινωνικές διεργασίες και αγώνες, αλλά τεχνοκράτες με λάιτ πολιτικοποίηση.
Πέρα από τα εξωτερικά στοιχεία εντυπωσιασμού το μεταμοντέρνο αυτό σύστημα δεν είναι ριζοσπαστικό, αλλά πιο κλειστό από το προηγούμενο, ένα κράμα του αντίστοιχου βρετανικού και σουηδικού μοντέλου. Τα «πολιτικά κλοπιμαία» μεταξύ Κεντροδεξιάς και Κεντροαριστεράς για τα οποία γίνεται λόγος σε διεθνές επίπεδο, δηλαδή η αντιγραφή μοντέλων διακυβέρνησης, όπως το γερμανικό για τις εκλογές ή για την «διοικητική μεταρρύθμιση» δεν συνιστούν πολιτική ανατροπής, αλλά διαχείριση για τη διαιώνιση της κυριαρχίας των ολίγων και ισχυρών. Άλλωστε η εξουσία είναι εξ ορισμού κατάληψη μιας κυρίαρχης θέσης και οι κυρίαρχες θέσεις είναι προνομιακές και λίγες .
Κάθε κυρίαρχη τάξη έχει την τάση να ερμηνεύει ως «φυσική» ανικανότητα τις περιορισμένες ικανότητες πολλών ανθρώπων των ασθενέστερων τάξεων που στην πραγματικότητα είναι αποτέλεσμα των κοινωνικών διακρίσεων και ανισοτήτων. Με άλλα λόγια τόσο οι ικανότητες που μπορεί να αναπτύξει το άτομο, όσο και οι ευκαιρίες για κοινωνική δράση προσδιορίζονται, κυρίως, από την κοινωνική θέση. Η κοινωνική θέση του καθένα παίζει αποφασιστικό ρόλο και σχετικά με τις ευκαιρίες, αλλά και τις δυνατότητες εξέλιξης. Αυτό σημαίνει ότι από τη στιγμή που τα άτομα ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες η αξιοκρατία είναι τυπική και απατηλή. «Δεν είναι τίποτα πιο άδικο από το να μεταχειρίζεσαι ίσα άνισους». Ούτε, βέβαια, είναι εφικτή η ισότητα ευκαιριών σε μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται από την άνιση κατανομή πλούτου και εξουσίας.
Προβληματίζει περισσότερο ότι η πολυδιαφημιζόμενη αξιοκρατία για όλες τις θέσεις στο δημόσιο εμφανίζεται ως γενικόλογη, χωρίς συγκεκριμένο περιεχόμενο. Σε τελική ανάλυση φενάκη, απάτη είναι και η βαθιά ριζωμένη αντίληψη για τη φυσικά αριστοκρατία που αποτελεί ένα είδος ρατσισμού, ότι, δηλαδή, υπάρχουν άνθρωποι με περισσότερες ικανότητες, άρα ανώτεροι και άλλοι με λιγότερες, άρα κατώτεροι. Αυτή η αντίληψη μας φέρνει πίσω από τη διακήρυξη του 18ου αιώνα ότι «όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι».
Μια σύγχρονη και ριζοσπαστική αντίληψη περί αξιοκρατίας δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται όχι μόνο με ένα ανοιχτό μοντέλο προσλήψεων με διαφανείς διαδικασίες και καθαρά κριτήρια, όσο και κυρίως με μια πολιτική κοινωνικής δικαιοσύνης που να ξεριζώνει τις βαθιές ρίζες της κοινωνικής ανισότητας. .